- μετατράπετ'
- μετατράπετε , μετατρέπομαιaor imperat act 2nd plμετατράπετο , μετατρέπομαιaor ind mid 3rd sg (homeric ionic)μετατράπετε , μετατρέπομαιaor ind act 2nd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.